Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

Για τα παιδιά

Κυριακή 27 Δεκεμβρίου

Νικηφόρος Βρεττάκος, Το παιδί με τα σπίρτα

Το παιδί της μεγάλωσε. Έκλεισε σήμερα
τα έξι του χρόνια. Το χτένισε όμορφα.
Δε θα ‘χει πια ανάγκη. Περνά και το βλέπει.
Στη γωνιά της πλατείας στέκει σαν άντρας.
Απ’ τα πέντε κουτιά τα σπίρτα έχει κιόλας
πουλήσει τα τέσσερα. – Παίζει ο χειμώνας
στα δέκα του δάχτυλα. Έγινε νύχτα.
Κοιτάζει η μητέρα του δεξιά της, ζερβά της,
απάνω και κάτω. Σκοτάδι:
«Ας μπορούσεν ανάβοντας το παιδί μου ένα
σπίρτο
να φωτήσει τον κόσμο»


Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου

Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου, Για ένα παιδί που κοιμάται (απόσπασματα)

Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο
Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο,
Οι μηχανές, αποσταμένες* μα άγρυπνες,
Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντα
Τον ύπνο του μικρού. [....}
Όλη τη μέρα δουλεύει στα φανάρια
Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο.
Εισπράττει κέρματα ή την εύλογη* αγανάκτηση
Περιμένει το επόμενο φανάρι.
Τίμια κερδίζει έτσι το ψωμί [....]
Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του,
Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του
Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο,
Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα
Μόλις θυμάται.
Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του,
Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα.
Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας,
Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου
Ενός ανίκητου στρατηλάτη,
Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη,
Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη.
Καμιά φορά πιο εγκάρδια
Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας,
Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό.

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου

Γιάννης Ρίτσος, Κοριτσάκι μου

Κοριτσάκι μου,
μες στο βουβό πηγάδι του φεγγαριού
σου ’πεσε απόψε το πρώτο δαχτυλίδι σου.
Δεν πειράζει.
Αργότερα θα φτιάξεις άλλο
να παντρευτείς τον κόσμο μες στον ήλιο.
Γιατί δεν είναι κοριτσάκι
να μάθεις μόνο εκείνο που είσαι,
εκείνο που έχεις γίνει,
είναι να γίνεις
ό ,τι ζητάει
η ευτυχία του κόσμου.
Άλλη χαρά
δεν είναι πιο μεγάλη
απ’ τη χαρά που δίνεις
Να το θυμάσαι κοριτσάκι.



Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου

Γιάννης Ρίτσος, Πρωϊνὸ ἄστρο

Κοριτσάκι μου,
θέλω να σου φέρω
τα φαναράκια των κρίνων
να σου φέγγουν στον ύπνο σου.

Είναι μακρύς ὁ δρόμος.
Πρέπει να μεγαλώσεις.
Είναι μακρύς μακρύς
μακρύς ὁ δρόμος.
Το παιδί μου κοιμήθηκε
κι εγώ τραγουδάω...
Δύσκολα είναι, κοριτσάκι,
στην αρχή.
Τι να πεις, δεν ξέρεις.
Δύσκολα είναι στην αρχή.
Γιατί δεν είναι, κοριτσάκι,
να μάθεις μόνο
εκείνο που είσαι,
εκείνο που έχεις γίνει.
Είναι να γίνεις
ό, τι ζητάει
η ευτυχία του κόσμου,
είναι να φτιάχνεις, κοριτσάκι,
την ευτυχία του κόσμου. Κοιμήσου
κοριτσάκι.

Άλλη χαρά δεν είναι πιο μεγάλη
απ’ τη χαρά που δίνεις.

Να το θυμάσαι, κοριτσάκι.

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου

Τόλης Νικηφόρου, Όταν πεθαίνει ένα παιδί

Αβιταμίνωση
είναι όρος των στατιστικών δελτίων
η πείνα εξωραϊσμένη
αποπροσωποποιημένη
όπως θα τόνιζε και κάποιος διανοητής
λέξη χωρίς εικόνα

ένα παιδί είναι μονάκριβο
ένα παιδί πεθαίνει κάθε δευτερόλεπτο
με την κοιλιά πρησμένη
μάτια που δεν χωράνε πια στις κόγχες τους
σε χώρες που ονομάζονται εξωτικές
πεθαίνει στο κατώφλι του σπιτιού μου

όταν πεθαίνει ένα παιδί
πέφτει βαθύτατο σκοτάδι το ξημέρωμα
βρέχει μεγάλα δάκρυα λαμπερά
πέτρινα γίνονται τα φύλλα και τα δέντρα

όταν πεθαίνει ένα παιδί
ταράζεται ο ύπνος των αρχαίων νεκρών
κι από τη γη αναδύονται τα πρόσωπά τους
ενώ σαν χάλκινο πουλί
ο άνεμος τοξεύεται στο χώμα

όταν πεθαίνει ένα παιδί
οι λέξεις κι οι φωνές συντρίβονται
τριγύρω ο κόσμος καταρρέει


Παρασκευή 1 Ιανουαρίου

Μανόλης Αναγνωστάκης, Στο παιδί μου...

Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί
Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο

Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ
Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,
Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω
Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.

Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου

Μ. Δ. Στασινόπουλος, Προσευχή για τ’ άστεγα παιδιά

Στο μαλακό κρεβάτι μου,
λευκό μου προσκεφάλι,
τί όμορφα που ’ναι απάνω σου
να γέρνω το κεφάλι,
την ώρα που έξω η βροχή
λυσσά κι όλοι οι ανέμοι
Κι αχ! πως φοβάται η μικρή
καρδούλα μου και τρέμει!
Μα ξέρω, Θεέ μου, πως αλλού
κι άλλα παιδάκια θα ’ναι,
που πεινασμένα και γδυτά
κι έρημα θ’ αγρυπνάνε
και που δεν θα ’χουν μαλακό
κι ολάσπρο προσκεφάλι,
το νυσταγμένο και βαρύ
να γείρουνε κεφάλι.
Αχ! κάνε, Θεέ μου, στο εξής
σ’ όλη την οικουμένη
παιδί ορφανό κι αστέγαστο
κανένα να μη μένει.
Κι όπου δεν έχουν τα φτωχά
να γείρουν το κεφάλι
στέλνε με τα’ αγγελούδι σου
κι από ’να προσκεφάλι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου